Στα βάθη των αιώνων χάνεται το έθιμο του Σαγιά, που αναβιώνει και φέτος, παραμονή των Φώτων (5 Ιανουαρίου), στο χωριό Ασκητές της Ροδόπης, από το Σύλλογο Καππαδοκών και Μικρασιατών Ροδόπης "Ο Μέγας Βασίλειος" και το Σύλλογο Γυναικών Ασκητών.Όπως δήλωσε ο πρόεδρος του "Μέγα Βασίλειου" Χαράλαμπος Φαρασόπουλος, το έθιμο ήταν διαδεδομένο στους ορθοδόξους πληθυσμούς όλων των χωριών της Καππαδοκίας και το έφεραν "από την πατρίδα, στη νέα πατρίδα" οι 35 οικογένειες που εγκαταστάθηκαν στους Ασκητές από το Αναργυράσιο (Αγιρνάς) της Καισαρείας.
Η προετοιμασία ξεκινά από το απομεσήμερο, οπότε και οι κάτοικοι του χωριού συγκεντρώνουν ξύλα μπροστά στην εκκλησία. Τα ξύλα, όπως ανέφερε ο κ. Φαρασόπουλος, στην άνυδρη Καππαδοκίαήταν σπάνια και οι νέοι γυρνούσαν στα σπίτια του χωριού για να μαζέψουν παλιές σκούπες, κυψέλες και ό,τι άλλο μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμη ύλη.
Δημιουργείται θημωνιά με διάμετρο και ύψος ως πέντε μέτρα. Μετά τον εσπερινό, γίνεται πλειοδοτικός διαγωνισμός και όποιος προσφέρει τα περισσότερα έχει το προνόμιο να ανάψει τη φωτιά.
Τα χρήματα από το διαγωνισμό διατίθενται στο ναό.
Γύρω από την τεράστια φωτιά που φωτίζει όλη την πλατεία, χορεύουν παραδοσιακούς τελετουργικούς χορούς από την Καππαδοκία, αλλά και Θρακιώτικους. Μόλις τελειώσει ο χορός, οι γυναίκες κερνούν χειροποίητους κουραμπιέδες και μπακλαβάδες με σουσάμι.
Όταν καταλαγιάσει η φωτιά, οι κάτοικοι του χωριού παίρνουν από ένα κλαδάκι για να ανάψουν το καντήλι, ενώ με το κάρβουνο χαράσσουν το σταυρό στο σπίτι και το στάβλο. Στην Καππαδοκία, τα κάρβουνα χρησιμοποιούνταν για τις ανάγκες του ναού.
Σύμφωνα με τον κ. Φαρασόπουλο, πρόκειται για προχριστιανικό έθιμο, που αφομοιώθηκε από τη χριστιανική θρησκεία και έγινε μέρος της λατρείας.
Σκοπός της φωτιάς είναι να φύγουν οι Καλικάντζαροι και συμβολισμός της η απαλλαγή από τα ψυχικά βάρη και τα ενοχλητικά δαιμόνια.
Αυτός που θα ανάψει τη φωτιά λογίζεται τυχερός και ευλογημένος, ενώ θεωρείται ότι τα χωράφια που είναι από τη μεριά που θα φυσήξει ο καπνός θα έχουν καλύτερη παραγωγή.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Η προετοιμασία ξεκινά από το απομεσήμερο, οπότε και οι κάτοικοι του χωριού συγκεντρώνουν ξύλα μπροστά στην εκκλησία. Τα ξύλα, όπως ανέφερε ο κ. Φαρασόπουλος, στην άνυδρη Καππαδοκίαήταν σπάνια και οι νέοι γυρνούσαν στα σπίτια του χωριού για να μαζέψουν παλιές σκούπες, κυψέλες και ό,τι άλλο μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμη ύλη.
Δημιουργείται θημωνιά με διάμετρο και ύψος ως πέντε μέτρα. Μετά τον εσπερινό, γίνεται πλειοδοτικός διαγωνισμός και όποιος προσφέρει τα περισσότερα έχει το προνόμιο να ανάψει τη φωτιά.
Τα χρήματα από το διαγωνισμό διατίθενται στο ναό.
Γύρω από την τεράστια φωτιά που φωτίζει όλη την πλατεία, χορεύουν παραδοσιακούς τελετουργικούς χορούς από την Καππαδοκία, αλλά και Θρακιώτικους. Μόλις τελειώσει ο χορός, οι γυναίκες κερνούν χειροποίητους κουραμπιέδες και μπακλαβάδες με σουσάμι.
Όταν καταλαγιάσει η φωτιά, οι κάτοικοι του χωριού παίρνουν από ένα κλαδάκι για να ανάψουν το καντήλι, ενώ με το κάρβουνο χαράσσουν το σταυρό στο σπίτι και το στάβλο. Στην Καππαδοκία, τα κάρβουνα χρησιμοποιούνταν για τις ανάγκες του ναού.
Σύμφωνα με τον κ. Φαρασόπουλο, πρόκειται για προχριστιανικό έθιμο, που αφομοιώθηκε από τη χριστιανική θρησκεία και έγινε μέρος της λατρείας.
Σκοπός της φωτιάς είναι να φύγουν οι Καλικάντζαροι και συμβολισμός της η απαλλαγή από τα ψυχικά βάρη και τα ενοχλητικά δαιμόνια.
Αυτός που θα ανάψει τη φωτιά λογίζεται τυχερός και ευλογημένος, ενώ θεωρείται ότι τα χωράφια που είναι από τη μεριά που θα φυσήξει ο καπνός θα έχουν καλύτερη παραγωγή.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ