Η Ελλάδα και η Ιρλανδία ήταν παλαιότερα γνωστές ως «χώρες συνοχής», καθώς αμφότερες ευεργετήθηκαν από το Ταμείο Συνοχής («πακέτα Ντελόρ») για να μπορέσουν να συγκλίνουν οι οικονομίες τους, με τις εύπορες οικονομίες των εταίρων τους. Τα τελευταία χρόνια, η Ελλάδα και η Ιρλανδία έγιναν γνωστές ως PIGS από τα ακρωνύμιά τους - αμφότερες κινούνται στην περιφέρεια της ΕΕ και αμφότερες βυθίστηκαν στην οικονομική κρίση.
Η Ελλάδα, εξαιτίας μιας παρατεταμένης και ραγδαίας επιδείνωσης των δημοσιονομικών της προβλημάτων, έπειτα από μια μακρά περίοδο ανάπτυξης, βρέθηκε σε μεγάλη δυσκολία δανεισμού με εύλογο επιτόκιο και υποχρεώθηκε να προσφύγει στη βοήθεια του ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης.
Στην Ιρλανδία έσπασε η «φούσκα των ακινήτων», αποκαλύπτοντας τον υπερδανεισμό των τραπεζών και εκτοξεύοντας το έλλειμμα, ενώ η προσπάθεια διαχείρισής του προσέκρουσε στην ίδια δυσκολία δανεισμού και αναγκάστηκε να προσφύγει στη βοήθεια του ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης.
Η Ελλάδα απέκτησε πρόσβαση σε ένα πακέτο ύψους 750 δισ. ευρώ και συμφώνησε σε ένα 3ετές πρόγραμμα δημοσιονομικής πειθαρχίας, η Ιρλανδία αποκτά πρόσβαση σε ένα πακέτο ύψους 500 δισ. ευρώ και καλείται να συμφωνήσει σε ένα 4ετές πρόγραμμα λιτότητας - αμφότερες εκτιμάται ότι θα λάβουν περί 110 και 90 δισ. ευρώ αντιστοίχως και στόχος είναι το 2014 να βρίσκονται σε πορεία σύγκλισης με τα κριτήρια του Μάαστριχτ.
Η ευρωπαϊκή βοήθεια για την Ελλάδα αντικατόπτριζε το 47% του ΑΕΠ της, ενώ για την Ιρλανδία υπολογίζεται ότι θα αντανακλά το 60% του ΑΕΠ της.
Η Σλοβακία ευθύς εξαρχής δήλωσε πως δεν θα βοηθήσει την Ελλάδα, ενώ αντίθετα δήλωσε τις προάλλες πως θα βοηθήσει την Ιρλανδία.
Η Ελλάδα υποστήριζε ότι δεν θα χρειαστεί να προστρέξει σε έκτακτη ευρωπαϊκή βοήθεια - ως τις αρχές Μαΐου.
Η Ιρλανδία υποστήριζε ότι δεν θα ζητήσει από την ΕΕ τη συνδρομή της - ως την περασμένη Κυριακή.
Η Πορτογαλία εξακολουθεί να υποστηρίζει ότι δεν θα χρειαστεί έκτακτη οικονομική βοήθεια.
Οι «φήμες» στρέφουν τις αγορές στην επιβεβαίωσή τους και τελικά στις μέρες μας λειτουργούν καταλυτικά - μπορούν να δημιουργήσουν μιαν άλλη πραγματικότητα.
Το ιρλανδικό πρόβλημα δημιουργήθηκε από την υπερβολική έκθεση των τραπεζών της χώρας στον κατασκευαστικό τομέα - όταν έσκασε η «φούσκα των ακινήτων» (χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι οι τιμές των ακινήτων στο Δουβλίνο την τελευταία διετία έπεσαν κατά 40%) το πρόβλημα μετακυλίσθηκε στις τράπεζες, οι οποίες αντιμετώπισαν υψηλό κόστος δανεισμού από τη διεθνή χρηματαγορά.
Η διετής δημοσιονομική πειθαρχία δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει το έλλειμμα (που εκτοξεύτηκε στο 32%) και η προσφυγή στην ευρωπαϊκή βοήθεια ήταν αναγκαία.
Η βοήθεια αυτή, σύμφωνα με τις σχετικές πληροφορίες, θα διαμορφωθεί στο πλαίσιο του κοινού προγράμματος της ΕΕ και του ΔΝΤ και θα υπαχθεί στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Οικονομικής Σταθερότητας, θα αποτελείται δε από δάνεια (με την εγγύηση του κοινοτικού προϋπολογισμού) ύψους 40 δισ. ευρώ και από δάνεια με την εγγύηση της ευρωζώνης ύψους 440 δισ. ευρώ, ενώ χώρες εκτός της ευρωζώνης δήλωσαν την πρόσθετη συνδρομή τους.
Η Βρετανία δήλωσε πρόθυμη να συνάψει ένα διμερές δάνειο ύψους 8 δισ. ευρώ και η Σουηδία ένα διμερές ύψους ενός δισ. ευρώ.
Το νέο πρόγραμμα - που επεξεργάζεται η κυβέρνηση μαζί με την τρόικα - σύμφωνα με τα τοπικά ΜΜΕ, αναμένεται να προβλέπει τη συγκρότηση ενός ταμείου για ενδεχόμενες μελλοντικές ανάγκες σε κεφάλαια του τραπεζικού τομέα, εκτιμάται δε πως θα περιλαμβάνει ένα νέο φόρο εισοδήματος και ακίνητης περιουσίας, καθώς και δραστικές περικοπές στα οικογενειακά και τα επιδόματα ανεργίας.
Στόχος του είναι να περιορίσει τις δαπάνες κατά 15 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 10% του ΑΕΠ της χώρας, ενώ η κρίσιμη μάχη θα δοθεί για τη διατήρηση του προνομιακού καθεστώτος φορολόγησης που απολαμβάνουν οι επιχειρήσεις - το 12,5% του φόρου έχει προσελκύσει 600 αμερικανικές επιχειρήσεις στην Ιρλανδία, προκαλώντας την οργή της Γερμανίας και Γαλλίας, που συχνά επικρίνουν την «αθέμιτη» συμπεριφορά της Ιρλανδίας.
Η ελληνική και η ιρλανδική κρίση παρουσιάζουν εθνικές ιδιαιτερότητες που διαφοροποιούν τόσο την ταυτότητα της κρίσης, όσο και τις πολιτικές αντιμετώπισής της.
Όμως, τόσο από την Ανατολή όσο και από τη Δύση, εκδηλώθηκε ένα πρόβλημα που τελικά επί της ουσίας είναι ευρωπαϊκό - η έλλειψη ενιαίας πολιτικής στην οικονομική διακυβέρνηση αφήνει ανοιχτό το πεδίο σε παρεκκλίσεις, που εύκολα εκτροχιάζονται στις συνθήκες της ελεύθερης αγοράς, δημιουργώντας τελικά ένα αιχμηρό μπούμερανγκ, που επιστρέφει απειλητικά στην ευρωζώνη.
Η ιρλανδική κρίση - που εκδηλώθηκε με τον ίδιο τρόπο που είχε εκδηλωθεί η ελληνική κρίση, ενώ στη διακεκαυμένη ζώνη της κρίσης πλησιάζουν οι άλλες δύο «συνοχικές» χώρες - ήρθε τέλος να επιβεβαιώσει την ανάγκη θεσμοθέτησης ενός μόνιμου μηχανισμού υποστήριξης του ευρώ.
Η Γερμανία που πιέζει προς αυτή την κατεύθυνση (προκειμένου να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο προϋποθέσεων και κυρώσεων που θα συνοδεύουν την ενεργοποίηση του μηχανισμού) έσπευσε να αξιοποιήσει πολιτικά την ευκαιρία: «η ομπρέλα άνοιξε και αυτό δείχνει πόσο σημαντικό είναι που την έχουμε», δήλωσε ο Β. Χόγιερ, αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας και κάλεσε τις χώρες-μέλη να ξεκινήσουν στη σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου τις σχετικές διαπραγματεύσεις.
Διότι η κρίση, αν και ελληνική λέξη, δεν είναι πια «ελληνική» - έχει γίνει κοινόχρηστη...
ΑΠΕ- ΜΠΕ, Χριστίνα Πουλίδου
(πηγές: Γαλλικό Πρακτορείο, Reuters, ΑΠΕ, Eurobserver, Euractiv)