Επιχειρήσεις σε κίνδυνο, “λουκέτα” καταστημάτων, πτωχεύσεις, χρεοκοπίες, τυχοδιωκτισμός, παραοικονομία. Η επιγραμματική αυτή απεικόνιση των παραμέτρων μιας έννοιας καθόλα επίκαιρης, της οικονομικής κρίσης, θα μπορούσε να αντανακλά κομμάτι της σημερινής πραγματικότητας.
Στην προκειμένη, ωστόσο, περίπτωση δίνει μια γεύση του “επιχειρείν” στις ελληνικές ταινίες του '50 και του '60, οι οποίες, με τρόπο γλαφυρό και συχνά χιουμοριστικό, περιγράφουν και σχολιάζουν την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια της κρίσης.
Την κινηματογραφική ιστορία της επιχειρηματικότητας στη μεταπολεμική Ελλάδα διατρέχει διεξοδικά η ιστορικός κινηματογράφου και δημοσιογράφος Αγγελική (Λίνα) Μυλωνάκη στο βιβλίο της “Δουλειές με φούντες” (Εκδόσεις, Πολιτιστικής Εταιρείας Επιχειρηματιών Βορείου Ελλάδος), αποκαλύπτοντας ομοιότητες με το σήμερα.
Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου αναδύονται εικόνες και πρόσωπα των δημοφιλέστερων επιχειρηματιών της μεγάλης οθόνης: από τον κουτοπόνηρο μπακαλόγατο Ζήκο του Κώστα Χατζηχρήστου και τον παντοδύναμο εφοπλιστή Φωκά του Λάμπρου Κωνσταντάρα ως την αυστηρή “δεσποινίδα διευθυντή” της Τζένης Καρέζη και τη σοσιαλίστρια… businesswoman Αλίκη Βουγιουκλάκη.
Εργολάβοι, κτηματομεσίτες, ιδιοκτήτες ξενοδοχείων, εργοστασιάρχες, εφοπλιστές, πλανόδιοι έμποροι, πλασιέ και μικρομαγαζάτορες ξεπηδούν από το κινηματογραφικό πανί -την… τηλεόραση της εποχής- και βουτούν στις σελίδες του βιβλίου της Αγγελικής Μυλωνάκη, αφηγούμενοι με το δικό τους ξεχωριστό τρόπο τις μεταλλαγές της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα της προαναφερόμενης περιόδου.
Ο τσιγκούνης εργολάβος, η ‘βαριά” βιομηχανία του τουρισμού και τα… ξενύχτια
Στην ταινία του Αλέκου Σακελλάριου “Θα σε κάνω βασίλισσα” (1964), ο Θανάσης Βέγγος υποδύεται αριστοτεχνικά τον τσιγκούνη εργολάβο Αντώνη Τσιλιβίκη.
Η μορφή του εργολάβου κυριαρχεί σε πληθώρα ταινιών της μεταπολεμικής περιόδου, καθώς ο ελληνικής κινηματογράφος της εποχής ακολουθεί κατά πόδας την ιδιόμορφη πορεία αστικοποίησης της Ελλάδας, που αναδεικνύει ως πρωταγωνίστρια την Αθήνα και τις αλλεπάλληλες μεταμορφώσεις της σε σύγχρονο αστικό κέντρο.
Εξίσου ισχυρή παρουσία στις κινηματογραφικές απεικονίσεις της επιχειρηματικότητας έχουν δύο από τους πλέον αναπτυσσόμενους τομείς της μεταπολεμικής οικονομίας στην Ελλάδα, ο τουρισμός και η οικοδομική δραστηριότητα, ενώ, εύλογα, οι επιχειρήσεις του θεάματος ανήκουν στις πλέον προσοδοφόρες και προβεβλημένες επιχειρηματικές δραστηριότητες του ελληνικού κινηματογράφου.
Από τους καφετζήδες και τους πλανόδιους πωλητές ως τους εφοπλιστές και τους βιομηχάνους
Η εικόνα του επιχειρηματία στον ελληνικό κινηματογράφο διανύει μια πολυπρόσωπη διαδρομή, που διαρκεί τουλάχιστον δύο δεκαετίες, όσο ακριβώς και η δημοτικότητα της εγχώριας κινηματογραφίας στο ευρύ κοινό.
Οι αναπαραστάσεις του “επιχειρείν” ξεκινούν από τους φτωχούς βιοπαλαιστές και τους αυτοαπασχολούμενους των ταινιών της δεκαετίας του '50 (καφετζήδες, ψιλικατζήδες, ταβερνιάρηδες, κουρείς, πλανόδιους πωλητές), για να καταλήξουν σε μια ποικιλία κινηματογραφικών τύπων στις ταινίες της δεκαετίας του '60, όπου καθιερώνονται οι πανίσχυροι μεγαλοεπιχειρηματίες (εφοπλιστές, πρόεδροι εταιρειών, βιομήχανοι).
Μια άλλη κατηγορία επιχειρηματιών που, όπως τονίζεται, απεικονίζεται με γλαφυρά χρώματα στις ταινίες της περιόδου αποτελεί αυτή των εργοστασιαρχών.
Η επαγγελματική ιδιότητα του βιομήχανου συνοδεύει πολλούς από τους πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες των ελληνικών ταινιών και φαίνεται αρκετή, για να προσδώσει κύρος στον ήρωα και να δηλώσει την οικονομική του επιφάνεια.
Η μεγάλη συχνότητα εμφάνισης βιομηχάνων στα κινηματογραφικά σενάρια και η κοινωνική ισχύς που τούς αποδίδεται αντικατοπτρίζουν την πραγματική δύναμη μιας μικρής οικονομικής ελίτ, που δραστηριοποιείται σε μια ασθενική και υποτονική αγορά.
Μια από τις χαρακτηριστικές απεικονίσεις της περιόδου είναι αυτή του πλεονέκτη διευθυντή εργοστασίου, που με περισσή δεξιοτεχνία ερμηνεύει στην ταινία “Ο εαυτούλης μου” (1964) ο Λάμπρος Κωνσταντάρας: “Θέλω λεφτά… Θέλω να 'χω κι εγώ τις επιχειρήσεις μου, τις βίλες μου, τα κότερά μου, τα ταξίδια μου…! Θέλω να μπορώ να πω κι εγώ 'βγες Αγγελή μου, πιες Αγγελή μου, γλέντα Αγγελή μου!' Και γαία πυρί μειχθήτω!”
Χώρα ναυτική η Ελλάδα και, όπως είναι αναμενόμενο, από τους πλέον αγαπημένους επιχειρηματικούς κλάδους των ελληνικών ταινιών δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις.
«Σε μια χώρα με μακραίωνη ναυτική παράδοση, όπως η Ελλάδα, οι εφοπλιστές αποτελούν μια υπολογίσιμη όσο και παραδοσιακή κατηγορία επιχειρηματιών, που εμφανίζεται στο προσκήνιο από τον 19ο αιώνα, συγκροτώντας το κατεξοχήν πρότυπο του “εθνικού” επιχειρηματία, ο οποίος εκπροσωπεί τη χώρα εκτός συνόρων» σημειώνει η Αγγελική Μυλωνάκη.
Ο θείος από την Αμερική, το λαχείο συντακτών και η κληρονομιά… εξ ουρανού
Ιδιαίτερη αναφορά κάνει η συγγραφέας στο πολιτισμικό πλαίσιο της επιχειρηματικότητας, με τους ομογενείς κεφαλαιούχους να κατέχουν εξέχοντα ρόλο, αφού η εμφάνισή τους λειτουργεί καταλυτικά στη ζωή των φτωχών συγγενών στην πατρίδα, εξασφαλίζοντας την αίσια έκβαση της μυθοπλασίας.
«Ο θείος από την Αμερική αποτελεί τον “από μηχανής θεό” που, μαζί με τον πρώτο αριθμό του λαχείου ή μια αναπάντεχη κληρονομιά, συμβολίζει το χαμόγελο της τύχης, που αλλάζει αίφνης την καθημερινότητα των λαϊκών ηρώων του σινεμά» αναφέρεται χαρακτηριστικά.
«Μια από τις πιο αγαπημένες θεματικές των ελληνικών ταινιών είναι ο κόσμος της εργασίας, που προσφέρει στους σεναριογράφους την ευκαιρία να σχολιάσουν τα πολλαπλά οικονομικά αδιέξοδα, αλλά και τις απότομες οικονομικές ανακατατάξεις των ηρώων τους, οι οποίοι βιώνουν τις αντιφάσεις της γενικευμένης ανασυγκρότησης της χώρας» υπογραμμίζει η συγγραφέας.
Οι γυναίκες επικεφαλής επιχειρήσεων διεκδικούν το δικό τους ξεχωριστό ρόλο στην αναπαράσταση της επιχειρηματικότητας στον ελληνικό κινηματογράφο.
Η κορυφή της επαγγελματικής ιεραρχίας είναι καθαρά “ανδρική υπόθεση”, αλλά γυναίκες με δυναμική παρουσία, όπως η εφοπλιστής Έλενα Απέργη, που υποδύεται η Μαίρη Χρονοπούλου στην ταινία “Μια κυρία στα μπουζούκια” (1968) του Γιάννη Δαλιανίδη, διεκδικούν το δικό τους κομμάτι προβολής στο επιχειρηματικό περιβάλλον.
Πολιτικοί και η πολιτική του “επιχειρείν”
Από τις ελληνικές ταινίες των δεκαετιών του ’50 και του ’60 δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι αναφορές στην «αλληλεπίδραση» της πολιτικής με την επιχειρηματικότητα.
«Το ιδιότυπο πλαίσιο λειτουργίας της μεταπολεμικής οικονομίας, μέσα στο οποίο καλείται να εκσυγχρονιστεί μια κοινωνία έντονων πολιτικών αναταραχών, όπως η ελληνική, επηρεάζει δραστικά τη συγκεντρωτική και εξαρτημένη ανάπτυξη της χώρας», αναφέρει η Λίνα Μυλωνάκη.
«Υπό το βάρος ενός υπερδιογκωμένου δημόσιου τομέα, η ανασυγκροτούμενη οικονομία χαρακτηρίζεται από κρατικό παρεμβατισμό, που δημιουργεί έναν περίεργο συνδυασμό πολιτικού αυταρχισμού και οικονομικού φιλελευθερισμού, υποβαθμίζοντας τον όποιο δυναμισμό της οικονομίας και ευνοώντας την παρέμβαση του κράτους στο επίπεδο ιδιωτικών και συλλογικών συνδιαλλαγών (ευνοιοκρατία, προνόμια, μεροληψία)», υπογραμμίζει η συγγραφέας.
Τα “συνεταιράκια” πηγή έμπνευσης για τους σεναριογράφους
Ιδιαίτερα διαδεδομένη στις επιχειρήσεις που απεικονίζει ο μεταπολεμικός ελληνικός κινηματογράφος είναι η συνεταιριστική δραστηριότητα, με τα επιχειρηματικά δίδυμα να αποτελούν αστείρευτη πηγή έμπνευσης για τους σεναριογράφους της εποχής.
Οι απεικονίσεις των επιχειρηματιών στον ελληνικό κινηματογράφο την περίοδο της εμπορικής ακμής του φωτογραφίζουν συγκεκριμένες κατηγορίες κεφαλαιούχων (εφοπλιστές, βιομήχανοι, έμποροι, κ.ά.) και, ταυτόχρονα, εξατομικεύουν τις επαγγελματικές ή προσωπικές τους ιδιαιτερότητες, πλάθοντας μερικούς από τους πιο δημοφιλείς χαρακτήρες της μεγάλης οθόνης.
Η δε σκιαγράφηση του επιχειρηματία επαφίεται σχεδόν κατ' αποκλειστικότητα στην κινηματογραφική φύση του μέσου, επισημαίνει χαρακτηριστικά η συγγραφέας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Στην προκειμένη, ωστόσο, περίπτωση δίνει μια γεύση του “επιχειρείν” στις ελληνικές ταινίες του '50 και του '60, οι οποίες, με τρόπο γλαφυρό και συχνά χιουμοριστικό, περιγράφουν και σχολιάζουν την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια της κρίσης.
Την κινηματογραφική ιστορία της επιχειρηματικότητας στη μεταπολεμική Ελλάδα διατρέχει διεξοδικά η ιστορικός κινηματογράφου και δημοσιογράφος Αγγελική (Λίνα) Μυλωνάκη στο βιβλίο της “Δουλειές με φούντες” (Εκδόσεις, Πολιτιστικής Εταιρείας Επιχειρηματιών Βορείου Ελλάδος), αποκαλύπτοντας ομοιότητες με το σήμερα.
Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου αναδύονται εικόνες και πρόσωπα των δημοφιλέστερων επιχειρηματιών της μεγάλης οθόνης: από τον κουτοπόνηρο μπακαλόγατο Ζήκο του Κώστα Χατζηχρήστου και τον παντοδύναμο εφοπλιστή Φωκά του Λάμπρου Κωνσταντάρα ως την αυστηρή “δεσποινίδα διευθυντή” της Τζένης Καρέζη και τη σοσιαλίστρια… businesswoman Αλίκη Βουγιουκλάκη.
Εργολάβοι, κτηματομεσίτες, ιδιοκτήτες ξενοδοχείων, εργοστασιάρχες, εφοπλιστές, πλανόδιοι έμποροι, πλασιέ και μικρομαγαζάτορες ξεπηδούν από το κινηματογραφικό πανί -την… τηλεόραση της εποχής- και βουτούν στις σελίδες του βιβλίου της Αγγελικής Μυλωνάκη, αφηγούμενοι με το δικό τους ξεχωριστό τρόπο τις μεταλλαγές της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα της προαναφερόμενης περιόδου.
Ο τσιγκούνης εργολάβος, η ‘βαριά” βιομηχανία του τουρισμού και τα… ξενύχτια
Στην ταινία του Αλέκου Σακελλάριου “Θα σε κάνω βασίλισσα” (1964), ο Θανάσης Βέγγος υποδύεται αριστοτεχνικά τον τσιγκούνη εργολάβο Αντώνη Τσιλιβίκη.
Η μορφή του εργολάβου κυριαρχεί σε πληθώρα ταινιών της μεταπολεμικής περιόδου, καθώς ο ελληνικής κινηματογράφος της εποχής ακολουθεί κατά πόδας την ιδιόμορφη πορεία αστικοποίησης της Ελλάδας, που αναδεικνύει ως πρωταγωνίστρια την Αθήνα και τις αλλεπάλληλες μεταμορφώσεις της σε σύγχρονο αστικό κέντρο.
Εξίσου ισχυρή παρουσία στις κινηματογραφικές απεικονίσεις της επιχειρηματικότητας έχουν δύο από τους πλέον αναπτυσσόμενους τομείς της μεταπολεμικής οικονομίας στην Ελλάδα, ο τουρισμός και η οικοδομική δραστηριότητα, ενώ, εύλογα, οι επιχειρήσεις του θεάματος ανήκουν στις πλέον προσοδοφόρες και προβεβλημένες επιχειρηματικές δραστηριότητες του ελληνικού κινηματογράφου.
Από τους καφετζήδες και τους πλανόδιους πωλητές ως τους εφοπλιστές και τους βιομηχάνους
Η εικόνα του επιχειρηματία στον ελληνικό κινηματογράφο διανύει μια πολυπρόσωπη διαδρομή, που διαρκεί τουλάχιστον δύο δεκαετίες, όσο ακριβώς και η δημοτικότητα της εγχώριας κινηματογραφίας στο ευρύ κοινό.
Οι αναπαραστάσεις του “επιχειρείν” ξεκινούν από τους φτωχούς βιοπαλαιστές και τους αυτοαπασχολούμενους των ταινιών της δεκαετίας του '50 (καφετζήδες, ψιλικατζήδες, ταβερνιάρηδες, κουρείς, πλανόδιους πωλητές), για να καταλήξουν σε μια ποικιλία κινηματογραφικών τύπων στις ταινίες της δεκαετίας του '60, όπου καθιερώνονται οι πανίσχυροι μεγαλοεπιχειρηματίες (εφοπλιστές, πρόεδροι εταιρειών, βιομήχανοι).
Μια άλλη κατηγορία επιχειρηματιών που, όπως τονίζεται, απεικονίζεται με γλαφυρά χρώματα στις ταινίες της περιόδου αποτελεί αυτή των εργοστασιαρχών.
Η επαγγελματική ιδιότητα του βιομήχανου συνοδεύει πολλούς από τους πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες των ελληνικών ταινιών και φαίνεται αρκετή, για να προσδώσει κύρος στον ήρωα και να δηλώσει την οικονομική του επιφάνεια.
Η μεγάλη συχνότητα εμφάνισης βιομηχάνων στα κινηματογραφικά σενάρια και η κοινωνική ισχύς που τούς αποδίδεται αντικατοπτρίζουν την πραγματική δύναμη μιας μικρής οικονομικής ελίτ, που δραστηριοποιείται σε μια ασθενική και υποτονική αγορά.
Μια από τις χαρακτηριστικές απεικονίσεις της περιόδου είναι αυτή του πλεονέκτη διευθυντή εργοστασίου, που με περισσή δεξιοτεχνία ερμηνεύει στην ταινία “Ο εαυτούλης μου” (1964) ο Λάμπρος Κωνσταντάρας: “Θέλω λεφτά… Θέλω να 'χω κι εγώ τις επιχειρήσεις μου, τις βίλες μου, τα κότερά μου, τα ταξίδια μου…! Θέλω να μπορώ να πω κι εγώ 'βγες Αγγελή μου, πιες Αγγελή μου, γλέντα Αγγελή μου!' Και γαία πυρί μειχθήτω!”
Χώρα ναυτική η Ελλάδα και, όπως είναι αναμενόμενο, από τους πλέον αγαπημένους επιχειρηματικούς κλάδους των ελληνικών ταινιών δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις.
«Σε μια χώρα με μακραίωνη ναυτική παράδοση, όπως η Ελλάδα, οι εφοπλιστές αποτελούν μια υπολογίσιμη όσο και παραδοσιακή κατηγορία επιχειρηματιών, που εμφανίζεται στο προσκήνιο από τον 19ο αιώνα, συγκροτώντας το κατεξοχήν πρότυπο του “εθνικού” επιχειρηματία, ο οποίος εκπροσωπεί τη χώρα εκτός συνόρων» σημειώνει η Αγγελική Μυλωνάκη.
Ο θείος από την Αμερική, το λαχείο συντακτών και η κληρονομιά… εξ ουρανού
Ιδιαίτερη αναφορά κάνει η συγγραφέας στο πολιτισμικό πλαίσιο της επιχειρηματικότητας, με τους ομογενείς κεφαλαιούχους να κατέχουν εξέχοντα ρόλο, αφού η εμφάνισή τους λειτουργεί καταλυτικά στη ζωή των φτωχών συγγενών στην πατρίδα, εξασφαλίζοντας την αίσια έκβαση της μυθοπλασίας.
«Ο θείος από την Αμερική αποτελεί τον “από μηχανής θεό” που, μαζί με τον πρώτο αριθμό του λαχείου ή μια αναπάντεχη κληρονομιά, συμβολίζει το χαμόγελο της τύχης, που αλλάζει αίφνης την καθημερινότητα των λαϊκών ηρώων του σινεμά» αναφέρεται χαρακτηριστικά.
«Μια από τις πιο αγαπημένες θεματικές των ελληνικών ταινιών είναι ο κόσμος της εργασίας, που προσφέρει στους σεναριογράφους την ευκαιρία να σχολιάσουν τα πολλαπλά οικονομικά αδιέξοδα, αλλά και τις απότομες οικονομικές ανακατατάξεις των ηρώων τους, οι οποίοι βιώνουν τις αντιφάσεις της γενικευμένης ανασυγκρότησης της χώρας» υπογραμμίζει η συγγραφέας.
Οι γυναίκες επικεφαλής επιχειρήσεων διεκδικούν το δικό τους ξεχωριστό ρόλο στην αναπαράσταση της επιχειρηματικότητας στον ελληνικό κινηματογράφο.
Η κορυφή της επαγγελματικής ιεραρχίας είναι καθαρά “ανδρική υπόθεση”, αλλά γυναίκες με δυναμική παρουσία, όπως η εφοπλιστής Έλενα Απέργη, που υποδύεται η Μαίρη Χρονοπούλου στην ταινία “Μια κυρία στα μπουζούκια” (1968) του Γιάννη Δαλιανίδη, διεκδικούν το δικό τους κομμάτι προβολής στο επιχειρηματικό περιβάλλον.
Πολιτικοί και η πολιτική του “επιχειρείν”
Από τις ελληνικές ταινίες των δεκαετιών του ’50 και του ’60 δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι αναφορές στην «αλληλεπίδραση» της πολιτικής με την επιχειρηματικότητα.
«Το ιδιότυπο πλαίσιο λειτουργίας της μεταπολεμικής οικονομίας, μέσα στο οποίο καλείται να εκσυγχρονιστεί μια κοινωνία έντονων πολιτικών αναταραχών, όπως η ελληνική, επηρεάζει δραστικά τη συγκεντρωτική και εξαρτημένη ανάπτυξη της χώρας», αναφέρει η Λίνα Μυλωνάκη.
«Υπό το βάρος ενός υπερδιογκωμένου δημόσιου τομέα, η ανασυγκροτούμενη οικονομία χαρακτηρίζεται από κρατικό παρεμβατισμό, που δημιουργεί έναν περίεργο συνδυασμό πολιτικού αυταρχισμού και οικονομικού φιλελευθερισμού, υποβαθμίζοντας τον όποιο δυναμισμό της οικονομίας και ευνοώντας την παρέμβαση του κράτους στο επίπεδο ιδιωτικών και συλλογικών συνδιαλλαγών (ευνοιοκρατία, προνόμια, μεροληψία)», υπογραμμίζει η συγγραφέας.
Τα “συνεταιράκια” πηγή έμπνευσης για τους σεναριογράφους
Ιδιαίτερα διαδεδομένη στις επιχειρήσεις που απεικονίζει ο μεταπολεμικός ελληνικός κινηματογράφος είναι η συνεταιριστική δραστηριότητα, με τα επιχειρηματικά δίδυμα να αποτελούν αστείρευτη πηγή έμπνευσης για τους σεναριογράφους της εποχής.
Οι απεικονίσεις των επιχειρηματιών στον ελληνικό κινηματογράφο την περίοδο της εμπορικής ακμής του φωτογραφίζουν συγκεκριμένες κατηγορίες κεφαλαιούχων (εφοπλιστές, βιομήχανοι, έμποροι, κ.ά.) και, ταυτόχρονα, εξατομικεύουν τις επαγγελματικές ή προσωπικές τους ιδιαιτερότητες, πλάθοντας μερικούς από τους πιο δημοφιλείς χαρακτήρες της μεγάλης οθόνης.
Η δε σκιαγράφηση του επιχειρηματία επαφίεται σχεδόν κατ' αποκλειστικότητα στην κινηματογραφική φύση του μέσου, επισημαίνει χαρακτηριστικά η συγγραφέας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ