Νέο όχι στην αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, αυτή τη φορά από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
Αντίθετος στο ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης του χρέους κρατών μελών της ευρωζώνης δηλώνει το μέλος της εκτελεστικής επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Γιούργκεν Στάρκ, υποστηρίζοντας ότι έτσι «δεν επιλύεται το πρόβλημα...(αλλά) το αντίθετο».
Στην ίδια κατεύθυνση και ο Ολλανδός κεντρικός τραπεζίτης Νουτ Βέλινκ δηλώνει στους Financial Times Deutschland, ότι «είναι πιθανό να βελτιωθούν τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας και να μπει η οικονομία σε σωστή τροχιά χωρίς αναδιάρθρωση του χρέους».
Ο Βέλινκ, μέλος, επίσης, της εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ πρόσθεσε ότι αυτοί που πιέζουν τώρα για ελληνική αναδιάρθρωση έχουν υποτιμήσει την ικανότητα της Αθήνας να αποπληρώσει τους πιστωτές της και να βελτιώσει τα χρηματοοικονομικά της, χωρίς να χρεοκοπήσει.
Σε συνέντευξή του στην πορτογαλική εφημερίδα Publico ο Σταρκ, επίσης, εκτιμά ότι τα επιτόκια της ΕΚΤ βρίσκονται ακόμη σε πολύ χαμηλά επίπεδα και ότι η πολιτική της παραμένει «πολύ χαλαρή».
Ειδικότερα, ο Στάρκ υποστήριξε ότι «είναι ιδιαίτερα δαπανηρό για τις εμπλεκόμενες χώρες» να αναδιαρθρώσουν το χρέος τους, καθώς «εάν όντως προχωρούσαν σε αναδιάρθρωση θα καλούνταν να επωμιστούν στο μέλλον ένα υψηλότερο ασφάλιστρο κινδύνου (επιτόκιο)».
Και συνεχίζει: «Επίσης, η αναδιάρθρωση επιδρά αρνητικά στον τραπεζικό τομέα της χώρας, ο οποίος κρατά ένα τεράστιο μέρος των κρατικών ομολόγων» πρόσθεσε δίχως να αναφερθεί σε κάποια συγκεκριμένη χώρα.
«Δημιουργεί πολλά προβλήματα και υψηλό κόστος τόσο για τη χώρα (που προχωρά σε
αναδιάρθρωση) όσο βεβαίως και για άλλες χώρες» είπε ο Στάρκ αναφερόμενος κυρίως στην λεγόμενη περιφέρεια της ευρωζώνης.
«Με την αναδιάρθρωση θα χτυπούσες στον τοίχο ξανά σε δύο χρόνια» πρόσθεσε.
Τέλος, αναφορικά με το τρέχον βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ ο Στάρκ σημείωσε ότι τούτο διαμορφώνεται ακόμη σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα (1,25%) και ότι έτσι συνεισφέρει στη διαδικασία οικονομικής ανάκαμψης και τόνωσης της απασχόλησης.
«Ομαλοποίηση συνεπάγεται υψηλότερα επίπεδα επιτοκίων» σημείωσε.
ta nea
Αντίθετος στο ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης του χρέους κρατών μελών της ευρωζώνης δηλώνει το μέλος της εκτελεστικής επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Γιούργκεν Στάρκ, υποστηρίζοντας ότι έτσι «δεν επιλύεται το πρόβλημα...(αλλά) το αντίθετο».
Στην ίδια κατεύθυνση και ο Ολλανδός κεντρικός τραπεζίτης Νουτ Βέλινκ δηλώνει στους Financial Times Deutschland, ότι «είναι πιθανό να βελτιωθούν τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας και να μπει η οικονομία σε σωστή τροχιά χωρίς αναδιάρθρωση του χρέους».
Ο Βέλινκ, μέλος, επίσης, της εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ πρόσθεσε ότι αυτοί που πιέζουν τώρα για ελληνική αναδιάρθρωση έχουν υποτιμήσει την ικανότητα της Αθήνας να αποπληρώσει τους πιστωτές της και να βελτιώσει τα χρηματοοικονομικά της, χωρίς να χρεοκοπήσει.
Σε συνέντευξή του στην πορτογαλική εφημερίδα Publico ο Σταρκ, επίσης, εκτιμά ότι τα επιτόκια της ΕΚΤ βρίσκονται ακόμη σε πολύ χαμηλά επίπεδα και ότι η πολιτική της παραμένει «πολύ χαλαρή».
Ειδικότερα, ο Στάρκ υποστήριξε ότι «είναι ιδιαίτερα δαπανηρό για τις εμπλεκόμενες χώρες» να αναδιαρθρώσουν το χρέος τους, καθώς «εάν όντως προχωρούσαν σε αναδιάρθρωση θα καλούνταν να επωμιστούν στο μέλλον ένα υψηλότερο ασφάλιστρο κινδύνου (επιτόκιο)».
Και συνεχίζει: «Επίσης, η αναδιάρθρωση επιδρά αρνητικά στον τραπεζικό τομέα της χώρας, ο οποίος κρατά ένα τεράστιο μέρος των κρατικών ομολόγων» πρόσθεσε δίχως να αναφερθεί σε κάποια συγκεκριμένη χώρα.
«Δημιουργεί πολλά προβλήματα και υψηλό κόστος τόσο για τη χώρα (που προχωρά σε
αναδιάρθρωση) όσο βεβαίως και για άλλες χώρες» είπε ο Στάρκ αναφερόμενος κυρίως στην λεγόμενη περιφέρεια της ευρωζώνης.
«Με την αναδιάρθρωση θα χτυπούσες στον τοίχο ξανά σε δύο χρόνια» πρόσθεσε.
Τέλος, αναφορικά με το τρέχον βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ ο Στάρκ σημείωσε ότι τούτο διαμορφώνεται ακόμη σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα (1,25%) και ότι έτσι συνεισφέρει στη διαδικασία οικονομικής ανάκαμψης και τόνωσης της απασχόλησης.
«Ομαλοποίηση συνεπάγεται υψηλότερα επίπεδα επιτοκίων» σημείωσε.
ta nea