ΠΟΛΛΟΙ ΟΙ «ΒΟΣΚΟΠΟΥΛΟΙ»
Τις τελευταίες ημέρες έπαιξε κατά κόρο στα μέσα μαζικής ενημέρωσης το θέμα της πράγματι μεγάλης οφειλής του Τόλη Βοσκόπουλου.
Η ιστορία αυτή είχε και την πολιτική της διάσταση από την στιγμή που η τελευταία σύζυγος του, ήταν Υφυπουργός της παρούσας Κυβέρνησης και οδηγήθηκε μάλιστα σε παραίτηση .
Ωστόσο πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι το ποσό που φέρεται να αξιώνει η Πολιτεία από τον συγκεκριμένο καλλιτέχνη – πολίτη, είναι εκείνο που έχει προκύψει μετά από τόκους και υπέρογκες προσαυξήσεις, και ότι το αρχικό ποσό του σημερινού χρέους θα πρέπει να ήταν μόνο κάποια εκατομμύρια δραχμές.
Ποσό δηλαδή που πόρω απέχει από εκείνο που σήμερα ακούμε και που σε κάθε περίπτωση πάντως και ανάποδα να γυρίσει τις τσέπες του ο κ. Βοσκόπουλος δεν θα μπορέσει ποτέ να το πληρώσει.
Μάλιστα έγινε μια αναφορά στην σημερινή περιουσιακή του κατάσταση και απ΄ ότι είπαν τα διάφορα ρεπορτάζ, έχει στην ιδιοκτησία του μόνο κάποια πέντε ή έξη ακίνητα που εκποιούμενα συνολικά δεν θα έδιναν περισσότερα από έστω ένα (1) εκατομμύριο ευρώ.
Κατά συνέπεια το Ελληνικό Δημόσιο δεν θα μπορέσει ποτέ να εισπράξει από τον κ. Βοσκόπουλο το ποσό το οποίο του αξιώνει, ακόμα και αν θα του έβαζε το μαχαίρι στο λαιμό, όπως λέει και ο λαός.
Το θέμα όμως είναι γενικότερο, από την στιγμή που στην Χώρα μας υπάρχουν κάποιες χιλιάδες «Βοσκόπουλοι» και έχουν γίνει κάποιες βαρύγδουπες δηλώσεις αρμοδίων πολιτικών παραγόντων, περί του ότι υπάρχουν τέτοιου είδους ανείσπρακτες οφειλές πάνω από 30 δισεκατομμύρια Ευρώ, και ότι με την είσπραξη τους θα κλείσουν κάποιες τρύπες.
Όπως όμως αποδεικνύεται από την υπόθεση του κ. Βοσκόπουλου, χρήματα σαν εκείνα που αξιώνουν από εκείνον δεν μπορούν να εισπραχθούν και συνεπώς μάταια τα προσδοκεί η Πολιτεία, ενώ παράλληλα προσδίδει έμφαση στην προς τα έξω εικόνα μας, ότι δηλαδή δεν είμαστε ικανοί να εισπράξουμε ληξιπρόθεσμες προς το Κράτος οφειλές, ενώ πράγματι οι οφειλές αυτές δεν είναι δυνατόν να εισπραχθούν, επειδή απλά οι οφειλέτες δεν διαθέτουν τα χρήματα που τους έχουν τελικά καταλογιστεί.
Αυτή είναι μια αλήθεια που η Πολιτεία οφείλει να την λάβει σοβαρά υπ’ όψη της και να αντιδράσει ανάλογα.
Όταν τα ποσά που κατά περίπτωση αξιώνει η Πολιτεία, είναι εξ’ αντικειμένου αδύνατο να εισπραχθούν λόγω έλλειψης ενεργητικού του οφειλέτη, και εφ΄ όσον γίνει αυτή η διαπίστωση, τα εισπρακτικά όργανα θα πρέπει να περιορίσουν το ύψος της οφειλής, σε τόσο ύψος ώστε να εξασφαλίζεται η είσπραξη του συγκεκριμένου ποσού.
Άλλως τζάμπα προσδοκεί η Πολιτεία να εισπράξει τέτοια χρήματα αλλά και έχει την ψευδή εικόνα περί ποσών που πρόκειται να εισπράξει.
Αν όμως περιοριστούν τα αξιούμενα ποσά στο ύψος που μπορεί να εισπραχθούν, τότε είναι σίγουρο ότι οι οφειλέτες είτε θα σπεύσουν να πληρώσουν από μόνοι τους, φοβούμενοι ότι θα υποχρεωθούν να πληρώσουν υπό την πίεση αναγκαστικών εκτελέσεων.
Και βέβαια δεν πρέπει να επιβαρύνονται με υπέρογκες προσαυξήσεις οι οφειλές προς το Δημόσιο και να φτάνουν σε αλόγιστα ύψη που ο οφειλέτης δεν μπορεί να πληρώσει.
Αντίθετα να καλείται άμεσα ο οφειλέτης να δίδει εγγυήσεις εξόφλησης είτε εμπράγματες, είτε εγγυήσεις άλλων ατόμων και να του χορηγείται εύλογη προθεσμία για πληρωμή, χωρίς προσαυξήσεις.
Και υπάρχουν διαθέσιμα άτομα πρόθυμα να αβαντάρουν σαν εγγυητές, έναν οφειλέτη του Δημοσίου, από συγγενείς του μέχρι και άτομα τα οποία του οφείλουν.
Λογική και μέτρο χρειάζεται γιατί σήμερα αξιώνουμε τα παράλογα!